-
1 πάγασα
Grammatical information: f.Origin: PG [a word of Pre-Greek origin]Greek-English etymological dictionary (Ελληνικά-Αγγλικά ετυμολογική λεξικό) > πάγασα
-
2 παγάς
-
3 κλέω
κλέω (A), [dialect] Ep. [full] κλείω (as Hom. always in [voice] Act., but in [voice] Pass. only κλέομαι; Trag. only κλέω, in lyr.),A tell of, make famous, celebrate,ἔργ' ἀνδρῶν.. τά τε κλείουσιν ἀοιδοί Od.1.338
, cf.h.Hom.32.19;ἐγὼ δέ κέ σε κλείω Od.17.418
, cf. Hes.Op.1, Th. 105, Stesich.35, Inscr.Cos 218.7, prob. in Hermesian.7.33;ἔν τ' ἀλύροις κλέοντες ὕμνοις E.Alc. 447
;Θέτιν.. κλέουσαι Id.IA 1046
; κλέωἁ τὸν Ἀμύκλαις σιόν, [dialect] Lacon. for κλέουσα τὸν Ἀμ. θεόν, Ar.Lys. 1299:—[voice] Med.,γῆρυν, ἃν σοφοὶ κλέονται E.Fr.369.7
:—[voice] Pass., to be famed: c. dat., for a thing, φρένες.. ᾗς τὸ πάρος περ ἔκλε ' (for ἐκλέεο) Il.24.202;ἐγὼ δ' ἐν πᾶσι θεοῖσι μήτι τε κλέομαι καὶ κέρδεσιν Od.13.299
; κλέεσθαι ἐν φορμίγγεσσι to be celebrated in lyric strains, Pi.I.5(4).27; ἔνθ'.. ἀγοραὶ Πυλάτιδες κλέονται where are held the famous meetings, prob. in S.Tr. 639 (lyr.).II c. acc. et inf., sing how.., B.15.13. ( κλεϝ-, cf. κλέος, κλὐω, Lat. clueo: Skt. śrutás ( = κλυτός) 'famous', śṛṇóti 'hear'.)------------------------------------A = καλέω, call, A.R.1.217, 2.687, Opp.H.5.536: [tense] impf. :—[voice] Pass.,ἔνθα περ ἀκταὶ κλείονται Παγασαί A.R.1.238
(cf.καλέω 11.3a
);κλείονται γαλεοί Opp.H.1.379
; alsoκλέεται Nic.Fr.71.5
: [ per.] 2sg. [tense] impf.ἔκλεο Call.Del.40
.
См. также в других словарях:
πάγασα — (Α) (κατά τον Ησύχ.) «θύρα, καὶ παγασαί» … Dictionary of Greek
Μαγνησίας, νομός — Διοικητική διαίρεση (2.636 τ. χλμ., 206.995 κάτ.) της περιφέρειας Θεσσαλίας, που ωστόσο δεν συμπίπτει εντελώς με τα όρια της περιοχής της αρχαίας Μαγνησίας. Ο σημερινός ν.Μ. συνορεύει στα Β και στα Δ με τον νομό Λαρίσης, στα Ν με τον νομό… … Dictionary of Greek
Δημητριάς — I Αρχαία πόλη της Θεσσαλίας. Ιδρύθηκε από τον Δημήτριο τον Πολιορκητή γύρω στο 294 π.Χ., ΒΑ της παλαιότερης πόλης Παγασαί, κοντά στη θάλασσα και απέναντι από τη σημερινή πόλη Βόλο. Για τον εντοπισμό της ακριβούς θέσης της είχαν γίνει πολλές… … Dictionary of Greek
κλέω — κλέω, επικ. τ. κλείω (Α) 1. λέγω για κάποιον ή για κάτι, γνωστοποιώ κάτι, φημίζω, ψάλλω, εγκωμιάζω κάτι («ἔργ ἀνδρῶν... τά τε κλείουσιν ἀοιδοί», Ομ. Οδ.) 2. καλώ, ονομάζω («ἐνθα περ ἀκταί κλείονται Παγασαί Μαγνήτιδες», Απολλ. Ρόδ.) 3. μέσ.… … Dictionary of Greek
Φεραί — Όνομα αρχαίων ελληνικών πόλεων. 1. Πόλη της αρχαίας Θεσσαλίας στα νότια της Βοιβηίδας λίμνης (Κάρλας). Επίνειό της ήταν η πόλη Παγασαί. Χτίστηκε από τον Φέρητα, πατέρα του Αδμήτου, και πήρε μέρος στον Τρωικό πόλεμο με τον Εύμηλο. Στους ιστορικούς … Dictionary of Greek